"Είμαστε στον Παράδεισο, που λες,
(τον Παράδεισο τον βεριτάμπλ, όχι αστεία)
ακριβώς εκείνηνα την ώρα που το φίδι έχει πει τα φαρμακερά του λόγια
κι ο καρπός ο απαγορευμένος στέκει βαρύς,
γιομάτος γλύκα, γιομάτος αίμα,
προσφέρεται κατακόκκινος – τι να λέμε…
Κείνη την ώρα, λοιπόν,
η Εύα απλώνει το γαλατένιο χέρι της
να πιάσει αυτό που είναι να πιάσει:
είναι πλασμένη (απ’ το γνωστό πλευρό) μόλις προ ολίγων ημερών
–ή έστω, προ ολίγων εβδομάδων–
και, ω θεοί, η σάρκα της μυρίζει αδημονία…
Μα τότε, τσουπ, να σου ο Αρχάγγελος Κυρίου μπρος της,
την αρπάζει από το χέρι και της λέει:
«Έλα να σου δείξω ένα βιντεάκι, φιλενάδα,
και μετά, αν θέλεις, πιάστονα τον απαγορευμένο καρπό…»
Και μια και δυο αρχίζει την προβολή του ο ερίφης
(που βρήκε οθόνη μην το ρωτάς –
άγγελος Κυρίου είναι, ό,τι θέλει βρίσκει)…
Και βέβαια δείχνει τα πρέποντα στην άτακτη την Εύα:
ντούμπες με πτώματα του Ολοκαυτώματος
παιδιά της Χιροσίμας, ράφια με κρανία ανθρώπων στην Καμπότζη,
κουφάρια τουμπανιασμένα απ’ την πείνα,
πυραμίδες με κομμένα κεφάλια, πολιτείες πλημμυρισμένες στο αίμα,
πεδιάδες μετά τη μάχη, όπου τα ανθρώπινα μέλη
ακόμη αργοσαλεύουν –
και τα λοιπά και τα λοιπά
Και μόλις τέλειωσε το βίντεο,
της μίλησε της Εύας με λόγια σταράτα:
«Αυτό που είδες, καλή μου, είναι το μέλλον σου,
η Ιστορία που θα πουν κι οι επερχόμενοι σοφοί,
αυτό που, τέλος πάντων, θα αρχίσει άμα δαγκώσεις
ό,τι λαχτάρας να δαγκώσεις…
Σκέψου, λοιπόν, πόσο τ’ αντέχεις·
πόσο αντέχεις να πάρεις την ευθύνη
για την δική σου γκάβλα να πετάξεις τους ανθρώπους
μόνους κι αβοήθητους μέσα στην Ιστορία,
μυρμήγκια μέσ’ στη μεγάλη πυρκαγιά…»
Θανάσης Τριαρίδης,
Η απώλεια ή το πώς ένας Πρόλογος γίνεται Κυρίως Θέμα (2009)